70. agrupnia
Thayer's Greek Lexicon
STRONGS NT 70: ἀγρυπνία

ἀγρυπνία, ἀγρυπνίας, , sleeplessness, watching: 2 Corinthians 6:5; 2 Corinthians 11:27. (From Herodotus down.)

Forms and Transliterations
άγξαις αγρυπνιαις αγρυπνίαις ἀγρυπνίαις άγρωστιν άγρωστις αγχιστέα αγχιστεία αγχιστείαν αγχίστευε αγχιστεύεις αγχιστευέτω αγχιστεύοντι αγχιστεύοντος αγχιστευόντων αγχιστεύουσα αγχιστεύς αγχιστεύσαι αγχιστεύσαί αγχιστεύση αγχίστευσον αγχιστεύσω αγχιστεύσωσιν αγχιστεύων agrupniais agrypniais agrypníais
Links
Interlinear GreekInterlinear HebrewStrong's NumbersEnglishman's Greek ConcordanceEnglishman's Hebrew ConcordanceParallel Texts
69
Top of Page
Top of Page