1679. elpizó
Strong's Exhaustive Concordance
hope, expect

From elpis; to expect or confide -- (have, thing) hope(-d) (for), trust.

see GREEK elpis

Forms and Transliterations
ελπιεί ελπιείς ελπιζει ελπίζει ἐλπίζει ελπίζειν ελπιζετε ελπίζετε ἐλπίζετε ελπιζομεν ελπίζομεν ἐλπίζομεν ελπιζομενων ελπιζομένων ἐλπιζομένων ελπίζον ελπίζοντα ελπίζοντας ελπίζοντες ελπιζόντων ελπιζουσαι ελπίζουσαι ἐλπίζουσαι ελπίζουσι ελπίζουσιν ελπιζω ελπίζω ἐλπίζω ελπιζων ελπίζων ἐλπίζων ελπιούσι ελπιουσιν ελπιούσιν ἐλπιοῦσιν ελπισατε ελπίσατε ἐλπίσατε ελπισάτω ελπισάτωσαν έλπισον ελπιώ ήλπιζέ ηλπιζεν ἤλπιζέν ηλπιζομεν ηλπίζομεν ἠλπίζομεν ηλπικαμεν ηλπίκαμεν ἠλπίκαμεν ηλπικατε ηλπίκατε ἠλπίκατε ηλπικεν ήλπικεν ἤλπικεν ηλπικεναι ηλπικέναι ἠλπικέναι ηλπικοτες ηλπικότες ἠλπικότες ήλπισα ηλπισαμεν ηλπίσαμεν ἠλπίσαμεν ήλπισαν ήλπισας ηλπίσατε ήλπισε ήλπισεν elpikamen elpíkamen ēlpikamen ēlpíkamen elpikate elpíkate ēlpikate ēlpíkate elpiken ēlpiken ḗlpiken elpikenai elpikénai ēlpikenai ēlpikénai elpikotes elpikótes ēlpikotes ēlpikótes elpiousin elpioûsin elpisamen elpísamen ēlpisamen ēlpísamen elpisate elpísate elpizei elpízei elpizen ēlpizen ḗlpizén elpizete elpízete elpizo elpizō elpízo elpízō elpizomen elpízomen ēlpizomen ēlpízomen elpizomenon elpizomenōn elpizoménon elpizoménōn elpizon elpizōn elpízon elpízōn elpizousai elpízousai
Links
Interlinear GreekInterlinear HebrewStrong's NumbersEnglishman's Greek ConcordanceEnglishman's Hebrew ConcordanceParallel Texts
1678
Top of Page
Top of Page